Το νησί του Πάσχα, Φρέαρ
Περιοδικό Φρέαρ.
Το νησί του Πάσχα
Στο νησί του Πάσχα βρήκαν ότι τα κεφάλια των αγαλμάτων είχαν κορμό. Ο κορμός είχε καλυφθεί από χώμα εξαιτίας κατολισθήσεων. Οι κατολισθήσεις έγιναν εξαιτίας διάβρωσης. Η διάβρωση επήλθε εξαιτίας της υλοτομίας: αιώνες τώρα, το νησί είναι πλέον άδεντρο και τα κεφάλια των αγαλμάτων τα ηφαιστειογενή δέντρα του. Ένας τουλάχιστο λόγος που χάθηκαν τα δέντρα ήταν για να βοηθήσουν να κυλήσουν στα επιλεγμένα σημεία του νησιού τα αγάλματα.
Κι αυτή είναι η διαφορά της ιστορίας απ᾽ τη ζωή: Η πρώτη κατρακυλά διαρκώς προς τα πίσω, πάνω σε κορμούς φτιαγμένους από «γιατί», ώσπου να φτάσει σε κάτι χωρίς απάντηση, όπως λόγου χάρη το γιατί κάποιοι επέλεξαν, χιλιάδες χρόνια πριν, να αντιμετωπίσουν τον ανοιχτό Ειρηνικό με απλά κανό, χωρίς πυξίδες η χάρτες, για να φτάσουν σε μια συνηθισμένη χούφτα γης μακριά από κάθε τι, ακόμα κι από το μακριά.
Και σκέφτεται κανείς έναν Πολυνήσιο αρχηγό να ανακοινώνει ένα πρωί πως λαχταρά έναν κόσμο ακόμα πιο υδάτινο από αυτόν του ημισφαιρίου στην κρυφή του πλευρά, εκεί όπου βλέπεις μόνο νερό και τα θρυμματισμένα οστά κάποιας χαμένης ηπείρου. Σκέφτεται την άγραφη Οδύσσεια—εκτός αν σώθηκαν κομμάτια της στη rongorongo, που όμως παραμένει ακρυπτογράφητη, μια γλώσσα ψαριών και καβουριών, θαλάσσιων χελώνων—που κάνει το ταξίδι που φαντάστηκε ο Όμηρος να μοιάζει με παιχνίδι στη μπανιέρα.
Σκέφτεται Πολυνήσιους σ᾽ ένα ταξίδι αδιανόητο, απονενοημένο, χωρίς ορατό σκοπό άλλο απ᾽ την κατασκευή εκατοντάδων αγαλμάτων των προγόνων, μια λίθινη μεταφορά της σιωπής των αρχών σ᾽ αυτό που κάποιοι μαρτυρούν λεγότανε ο «ομφαλός της γης».
Όταν σώθηκε το ξύλο απ᾽ τα δέντρα, λένε, ήρθε πείνα και οι κάτοικοι στράφηκαν στον κανιβαλισμό. Κι απ᾽ την οργή τους, ίσως, που δεν τρωγότανε οι βράχοι των συμβόλων, γκρέμισαν και βεβήλωσαν πολλά, καταδικάζοντας το έργο των χεριών τους. Υπήρξε μια περίοδος που τα moai ήταν περισσότερα απ᾽ τους ανθρώπους στο νησί, σαν οι ζωντανοί να ήταν μονάχα μέσα για τα σύμβολα, που τους εκτόπισαν, η Rapa Nui ένα αρχείο του ακατανόητου του είδους μας στον εαυτό του κάτω από έναν ακατανόητο ουρανό, που τη νύχτα είναι μια ατέρμονη πληγή από νεκρό φως και σκόνη.
Κι όμως, αν και στα reimiro μοιάζουν δυό φάλαινες να ενώνονται σε μια με δυό ουρές και κανένα κεφάλι, —μια ένωση που είναι ταυτόχρονα εικόνα του κανό και σύμβολο ενός ατέρμονου από παλινδρομήσεις— η ζωή κυλάει μπροστά, γυμνή από σύμβολα, κι ελάχιστοι θα μείνουν ποτέ μόνοι με προγόνους που δε γνωρίζουν, νερό ολόγυρα και ουρανό, απέναντι στη νύχτα.
Κι έτσι εξαγοράζουμε τον κόσμο μας απ᾽ το απόκοσμο, ζούμε σε διαμερίσματα, φανταζόμαστε πως μας περιβάλλει το στέρεο έδαφος, συμπληρώνουμε φορολογικές δηλώσεις. Και το νησί μια τόση δα τρυπούλα στο συνεχές, στην αθέατη πλευρά της σφαίρας.
Comments
Post a Comment