Για την τέχνη της ηλεκτρικής κιθάρας


Το Down by the River είναι το τελευταίο τραγούδι της πρώτης πλευράς του δεύτερου δίσκου του Neil Young ως σόλο καλλιτέχνη (Everybody Knows this is Nowhere), και του πρώτου του με το ηλεκτρικό συγκρότημα που ο ίδιος συγκρότησε, τους Crazy HorseΟ δίσκος κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1969. Έχοντας διάρκεια λίγο πάνω από 9 λεπτά, το τραγούδι είναι «μεγάλη φόρμα» για τα δεδομένα της ποπ/ροκ μουσικής της εποχής. 

Αν και η ηλεκτρική κιθάρα μας εισάγει εξ αρχής στη μελωδία, αυτή δεν είναι κάτι ασυνήθιστο: πρόκειται για μια μίξη folkcountry και rock που έγινε σήμα κατατεθέν του Young εξ αρχής. Ο τόνος του τραγουδιού επιβάλλεται από τις δύο κιθάρες, ρυθμική και lead αντίστοιχα, που ακούγονται καθαρά στον «διάλογό» τους στα δύο κανάλια της στερεοφωνικής μίξης. Στιχουργικά, πρόκειται για “murder ballad”, είδος στο οποίο θα διέπρεπε αργότερα ο Nick Cave. Και αυτός, το σκοτεινό δηλαδή στιχουργικό περιεχόμενο, είναι ίσως ο λόγος, το μορφικό κίνητρο για αυτό που συμβαίνει περίπου στο 1:54 του τραγουδιού: ένα σόλο ηλεκτρικής κιθάρας απρόσμενο και απόλυτα χαρακτηριστικό του τρόπου προσέγγισης του Young στο σόλο ηλεκτρικής κιθάρας.

 

Η ηλεκτρική κιθάρα δεν είναι απλώς ένα όργανο στη ροκ μουσική. Η ηλεκτρική κιθάρα, η ανάλογα παραμορφωμένη ηλεκτρική κιθάρα (όχι η ηλεκτρική που ακούμε στην country ή τη jazz μουσική, η οποία σπάνια έχει παραμόρφωση και είναι «καθαρού τόνου») ορίζει τη ροκ ως μουσικό είδος. Την ορίζει για καλό ή για κακό· και εξηγούμαι αμέσως: η ροκ μουσική (και οι ροκ μουσικοί) που προσεγγίζουν την ηλεκτρική κιθάρα με λάθος τρόπο συνήθως προκαλούν ανεπανόρθωτη βλάβη στη γενική αισθητική του ροκ τραγουδιού. Αντιθέτως, αυτοί που αντιλαμβάνονται μουσικολογικά ορθά τον ρόλο αυτού του οργάνου «απογειώνουν» τα αντίστοιχα τραγούδια. Ο Young ανήκει στους δεύτερους. Έχει δηλαδή μια σπάνια και χαρακτηριστική αίσθηση του ποιος είναι ο ρόλος και οι δυνατότητες της ηλεκτρικής κιθάρας συνθετικά, ενώ την ίδια στιγμή είναι εξίσου καλός ως ακουστικός κιθαρίστας (όπως είναι στους περισσότερους δίσκους που ηχογράφησε χωρίς τους Crazy Horse).

 

Τι συνιστά λανθασμένη και ορθή προσέγγιση στον ηλεκτρικό ήχο; Λανθασμένη είναι η προσέγγιση η οποία βλέπει την κιθάρα ως ένα ακόμα όργανο, όπως είναι το σαξόφωνο, το πιάνο, ή το μπάσο, και άρα ένα μέσο για την επίδειξη δεξιοτεχνίας. Όμως η ηλεκτρική κιθάρα έχει τη δυνατότητα να «σβήσει» με την έντασή της όλα τα άλλα όργανα, και η μετατροπή της σε μέσο ανάδειξης δεξιοτεχνίας ουσιαστικά καταστρέφει ως επί το πλείστον την οργανικότητα του μουσικού συνόλου. Ο σολίστας δεν «σηκώνεται» από το σύνολο ώστε να επιστρέψει κατόπιν σ' αυτό, αλλά αντίθετα μετατρέπει το σύνολο σε μια απλή αφορμή για την ατομική επίδειξη του ταλέντου του. Όμως αυτό δεν είναι μουσική, γιατί η μουσική είναι αρμονία, και η αρμονία είναι κάτι που λαμβάνει πάντα χώρα μεταξύ—μεταξύ οργάνων, μεταξύ φωνών, μεταξύ συγχορδιών στη σειρά τους, τη διαδοχή τους. 

 

Η προσέγγιση του Young στο σόλο δεν είναι να παίξει κάτι δύσκολο ή να το παίξει γρήγορα ή με κάποιο τρόπο εντυπωσιακά. Δεν υπάρχει ποτέ βιασύνη στην προσέγγισή του, ή πίεση για ηχητικά πυροτεχνήματα. Η προσέγγισή του είναι να φτιάξει ηχητικά τοπία. Ο ακροατής δεν έχει συναίσθηση ότι ακούει νότες, τη μία μετά την άλλη, ούτε συγχορδίες. Έχει την αίσθηση ενός χώρου ήχου, αρραγούς και συνεχούς, ο οποίος αναδύεται μέσα από τον ήχο της σύνθεσης και την αναγάγει σε ένα άλλο, παράλληλο επίπεδο δομής και νοήματος για ένα χρονικό διάστημα, πριν επιστρέψει στη βασική μελωδία. Η κιθάρα του Young δημιουργεί χώρο αντί να μονοπωλεί τον χώρο και τον χρόνο του τραγουδιού. Δημιουργεί έναν χώρο ψυχικής και συναισθηματικής έντασης στην καλύτερη παράδοση των μεγάλων σολιστών της τζαζ, έναν χώρο όπου ο ακροατής εισέρχεται χωρίς να γνωρίζει τα ονόματα των πραγμάτων που νιώθει, αλλά και χωρίς να τον νοιάζει πώς λέγονται γιατί πολύ απλά η μουσική του επιβάλλεται και τον καθοδηγεί άκοντα εκόντα.

 

Το σόλο του Young—που είναι μια πρώτη δήλωσή του στην κατεύθυνση αυτού που θα ονομάσω εμμενή υπερβατικότητα της ηλεκτρικής κιθάρας στο ροκ, δηλαδή ταυτόχρονα οργανικής της ενσωμάτωσης στο σύνολο και απογείωσης πάνω από αυτό—διαρκεί περίπου 2 λεπτά και 45 δεύτερα. Η κιθάρα «ξαναπροσγειώνεται» στη μελωδία του συνόλου αβίαστα και οργανικά και το τραγούδι ξαναρχίζει. Ξαναρχίζει όμως για πάντα μεταμορφωμένο από μια αρκετά απλή country-folk-rock μελωδία σε κάτι εντελώς απρόσμενο και δύσκολο να «καταταγεί» σε κάποιο ειδολογικό κουτάκι. Επί της ουσίας, το τραγούδι έχει ανοίξει από μέσα και έχει αποκαλύψει ένα άλλο και παράλληλο τραγούδι, χωρίς στίχους, χωρίς περιγραφική αναγωγιμότητα σε κάτι, και ακριβώς για αυτόν τον λόγο υπερβατικό σε χαρακτήρα. Ο Young θα επιστρέψει στο ηλεκτρικό σόλο μια δεύτερη φορά, κάνοντας κάτι τελείως διαφορετικό. Θα αρχίσει, περίπου στο έκτο λεπτό, να παίζει ουσιαστικά jazz κιθάρα με ανοίγματα προς το μπλουζ, με λιγότερη χρήση της παραμόρφωσης αρχικά, που αυξάνεται όμως σταδιακά για να περάσουμε και πάλι, αβίαστα και σχεδόν απαρατήρητα, σε ένα rock σόλο. Και κάπως έτσι, μια απλή μπαλάντα μεταμορφώνεται σε ένα παράξενο έργο τέχνης, μια δήλωση ανεξαρτησίας και ένα βήμα στην κατεύθυνση μιας διερεύνησης του τι μπορεί να είναι το ιδίωμα που ονομάζουμε ροκ μουσική.

Comments

  1. Μεγαλη μαγκια να μπορεις να χειριστεις ενα οργανο με τοσο οξυ και σκληρο ηχο και να βγαζεις τοση τρυφεροτητα

    ReplyDelete

Post a Comment

Δημοφιλή

Carol Ann Duffy-Δύο αντιπολεμικά ποιήματα

Tο βιβλίο των χεριών

Το βασίλειο της σκιάς

Δύο ποιήματα για την Παλαιστίνη, Μονόκλ