Posts

Σοκολάτες, Φρέαρ

Image
  Διήγημα. Περιοδικό  Φρέαρ . Ίσως είναι το μόνο παιδί που θυμάμαι στο νηπιαγωγείο. Ένα μόνιμα θυμωμένο βλέμμα. Χοντρά κοκάλινα γυαλιά. Τασούλης, το όνομά του. Θυμάμαι πως με μισούσε με ένα μικρό και ανήμπορο μίσος. Αλλά δεν θυμάμαι τι μού έκανε. Δεν θυμάμαι επίσης κάποτε που να το θυμόμουν. Ούτε και κάποτε που να μη θυμόμουν το όνομα, τα χοντρά κοκάλινα γυαλιά, πολύ μεγάλα για το μικρό πρόσωπό του, το μόνιμα θυμωμένο βλέμμα. Είναι εκεί ακόμη, σε μια έγχρωμη φωτογραφία Πολαρόιντ, ντυμένος, αν δεν κάνω λάθος, κάουμποϊ, σε κάποιο παιδικό αποκριάτικο πάρτι.  Το νηπιαγωγείο ήταν πολύ μικρό. Μια σταλιά χώρος. Η δασκάλα δεν μας αγαπούσε. Ήταν ξερακιανή και φορούσε κάτι σκούρα γυαλιά, από αυτά που έβλεπες συχνά στη δεκαετία του ’70, και που ήταν κάτι ανάμεσα σε γυαλιά μυωπίας και γυαλιά ηλίου. Του Τασούλη τα γυαλιά ήταν μονάχα μυωπίας. Τον έκαναν να μοιάζει με μια θυμωμένη χελώνα. Δεν θυμάμαι να ρώτησα ποτέ γιατί ήταν όλο θυμωμένος κι όλο έκλαιγε. Αλλά μετά, κάποια μέρα, έκανε α...

Αϋπνία, Cartel

Image
  Διήγημα. Περιοδικό Cartel . Του άρεσε, πραγματικά του άρεσε, το όνομα της κατάστασ ή ς του. Μελωδικό κι αέρινο. Σα λέξη ξένη, εξωτική. Αϋπνία :  τις νύχτες , τον συνόδευε  στην πόλη  πιστή . Του κρατούσε το χέρι ενώ περιφερόταν ανάμεσα σε φώτα που επιμηκύνονταν και φωνές που έσβηναν αργά, με καθυστέρηση.  Τα βήματά του είχαν τη δική τους, επαναλαμβανόμενη, τελετουργία: γ ύρω γύρω στο κέντρο, έπειτα στην κεντρική αγορά κρεάτων και λαχανικών, έπειτα στο σταθμό των λεωφορείων  και  την κεντρική πιάτσα των ταξί. Ήξερε τα νευραλγικά κέντρα  της άγρυπνης πόλης  απέξω. Μετακινούνταν από το ένα το άλλο με τ ην αβίαστη φυσικότητα  που ο ήλιος μετακινείται στα γεωγραφικά  πλάτη , από την Ισπανία στον Ατλαντικό, από εκεί στη Γροιλανδία, στις Ανατολικές Ακτές , στις Δυτικές, στην Ασία. Κάποιος ίσως έλεγε ότι ο δικός  του ήλιος ήταν μαύρος. Αλλά και τι μ’ αυτό. Η πόλη ήταν για όλους, νοικοκύρηδες που ξυπνούσαν με τις κότες και πρεζ ά κια,...

Sean O' Brien, Φαντασία πάνω σ' ένα θέμα του James Wright, Θράκα

Image
  Μετάφραση. Περιοδικό Θράκα . ΦΑΝΤΑΣΙΑ* ΠΑΝΩ Σ’ ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΤΟΥ  JAMES   WRIGHT ** Sean   O ’  Brien Μετάφραση: Αντώνης Μπαλασόπουλος***     Υπάρχουν ακόμα ανθρακωρύχοι στους υπόγειους ποταμούς του   West Moor  και   του   Palmersville.****   Υπάρχουν φανάρια που ποτίζουν φως πιασμένα στις ρίζες, εκεί που ξαναπλάθεται ο άνθρακας. Βουλιάζουν αργά, πιο βαθιά,   ανάμεσα στις ατάραχες ρωγμές σε μαύρες λίμνες στο υπόστρωμα του κόσμου. Στο μακρινό σπίτι τους δουλεύουνε ακόμα οι ανθρακωρύχοι   το χώμα κάνοντας γαργάρα, κατεβαίνοντας με τη σειρά, με τα μελανόπλεχτά τους λάβαρα σηκωμένα στις υπερεκχειλίσεις και στο μεθάνιο, για να κληρονομήσουν εκεί   ξανά τους μικροσκοπικούς διαδρόμους της πελώριας ιδιοκτησίας κάνουν ουρά με κόπιες του  Επιστροφή στο σπίτι  του  Hedley .***** Ούτε που ακούμε για αυτούς   υπάρχουν απόμακρα νέα για ξοδεμένες οικονομίες, εκρήξεις στον πυθμένα του ωκεανού, ο γδούπος από σιδ...

Σκαπάνη, Cartel

Image
 Διήγημα. Περιοδικό Cartel . Η γεωπληροφορική, σκέφτηκε ο Χαράλαμπος Ονησιφόρου, καθώς η σκαπάνη αντήχησε με τον γνώριμο στ’ αυτιά του ήχο του πηλού, δε λέει ψέματα. Το σημείο που υπέδειξαν, χιλιόμετρα πάνω του, οι δορυφόροι με τις αεροφωτογραφίες τους, οι ηλεκτρομαγνητικές ακτινογραφίες του υπεδάφους, η χρήση της στατιστικής μελέτης πυκνοτήτων ύλης, ήταν το σωστό. Στεκόταν, ήταν βέβαιος, πάνω από κυπρομινωικά ευρήματα ίσης, ίσως και μεγαλύτερης σημασίας για την αρχαιολογία, από αυτά της Έγκωμης στην Αμμόχωστο. Πάνω από συλλαβάρια από την εποχή του Χαλκού, στεκόταν, πριν τις επιδρομές και την καταστροφή, πριν κατακαθίσει στην ιστορία η σκόνη της εποχής του Σιδήρου: τότε που ο Λόγος μιλούσε ακόμα με συλλαβές χαραγμένες θαρρείς από πουλιά ξένα, αποδημητικά, που πέταξαν στο νησί από αδιανόητους κήπους πράσινων Παραδείσων και συλλάβισαν την αυγή του Μεσογειακού κόσμου στην τραγουδιστή γλώσσα τους. Ο ήλιος χτυπούσε κάθετα και ο ιδρώτας του έσταζε στο χώμα ποτάμι, αλλά δεν τον ένοιαζε. Η...

Αποκάλυψη, Μονόκλ

Image
 Μικροδιήγημα. Περιοδικό Μονόκλ . Τι είδους τερατώδης μετάλλαξη ήταν αυτή! Η γη ολάκερη, ένα κουβάρι σημεία και τέρατα!  Στο χιονισμένο έδαφος κείτονταν χιλιάδες ακρίδες. οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά. Κάποιες ήταν ψόφιες ήδη, κάποιες χοροπήδαγαν ακόμα πάνω στο χιόνι. Ο ουρανός από πάνω, λευκός κι αυτός σαν το γάλα στα μάτια τυφλού, ήταν κι αυτός γεμάτος από δαύτες. Ή ίσως δεν ήταν ακρίδες αλλά οι στάχτες που θα πέφταν στα κεφάλια μας. Φυσούσε ένας αέρας σαν αυτόν που πρέπει να φυσάει στα έγκατα της κολάσεως. Ασφυχτικός. Σ’ έπνιγε.  Κι ο τυφλός ουρανός χαμήλωνε και χαμήλωνε πάνω μας. Κάποιοι πιο πέρα πνίγονταν ήδη στο πηχτό γάλα του. Τους πλάκωνε σαν τοίχος. Τα ρούχα τους γέμιζαν ακρίδες ή η στάχτη. Δεν έβλεπα καθαρά. Δεν άκουγα. Ούρλιαζαν αλλά δεν ακούγονταν, κι ας ήταν λίγο πιο πέρα από μένα.  Ήταν πράγματι η Αποκάλυψη. Το τέλος. Μέγας είσαι, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου! Ελέησον, ελέησον, ελέησον.  [ Κάποιος γύρισε τη σελίδα ].

Tέσσερα ποιήματα, Θράκα

Image
  Ποίηση. Περιοδικό Θράκα . Τοπίο  Με τον καιρό, τα πράγματα που γειτονεύουν  μοιάζουν το ένα στο άλλο όλο και πιο πολύ.  Λες και ο νόμος  της διαφοράς κουράζεται κι ο ίδιος  με τα χρόνια, παίρνουν να καθρεφτίζονται  ουσίες μεταξύ τους: Ο σύζυγός με τη σύζυγο, η μύτη του  παίρνοντας τη δική της καμπύλη,  ή το στόμα της, παρομοίως,  τη δική του κίνηση όταν μιλά.  Και παρομοίως οι πέτρες, το νερό, τα δέντρα  στο χώρο που επισκέπτονται οι δυο τους  για έναν απογευματινό καφέ στην εξοχή,  θαυμάζοντας το τοπίο,  επιδεικνύουν μιαν ανάλογη αφομοίωση  του ενός στο άλλο, υφές και χρώματα  εκλεκτικώς συγγενεύοντα δια της  ακάματης δράσης της υγρασίας,  δια της θεμελίωσης της ισότητας  μεταξύ όλων, της έκπτωσης  των ιεραρχιών στο ύστατο βασίλειο  της ιερής σκουριάς. Αποστάσεις   Δισύλλαβο το νερό  μα η πτύχωση  απροσμέτρητη.  Το «ξεδιψάω» τέσσερις  λείες πέτρες κα...

Ο κύβος, Φτερά Xήνας

Image
Διήγημα. Περιοδικό Φτερά Χήνας . Μια κάθετη στροφή στην εννιάδα στα δεξιά. Δυο οριζόντιες στροφές στην εννιάδα πάνω. Όχι. Με τη φορά του ρολογιού. Όχι. Με την αντίθετη του ρολογιού φορά. Όχι, όχι, όχι. Αντί να ξεκαθαρίζουν, τα χρώματα όλο και μπερδεύονταν περισσότερο.  Στη μια πλευρά, τρία λευκά κουτάκια πάνω και τρία κάτω σαν τα δόντια σε ανοιχτό στόμα, μα στη μέση δυο κόκκινα κι ένα μπλε, σαν το στόμα να έτρωγε κάποιο αστείο φαγητό από πλαστελίνες. Γέλασε μόνη της, δυνατά και αρκετή ώρα μ’ αυτή τη σκέψη. Η μητέρα της την κοίταξε χαμογελώντας. Ήτανε κοντά και ήταν μακριά, όπως όλα τα καλά πράγματα (τα κακά ήταν όλα κοντά, υπερβολικά κοντά).  Το ίδιο ξαφνικά, κι ενώ πάλευε ακόμη με τον κύβο, άρχισε να κλαίει. Ήρθε πάλι το αίσθημα της αφόρητης ελαφρότητας. Ένιωθε πως θα τη σηκώσει ένας μεγάλος μαγνήτης επάνω, προς το ταβάνι, εκεί που δεν ζούσε κανείς εκτός, κάποιες φορές, κάποια αράχνη. Εκεί που το κοντά-και-μακριά γινόταν μακριά-και-μακριά, όπως τα αδύναμα καλά πράγματα, που έ...