Posts

Showing posts from January, 2021

Μία Σχέση, Ιστορίες Μπονζάι

Image
  Διήγημα. Ιστορίες Μπονζάι. ΈΧΩ ΕΝΑ ΖΩΟ ποὺ τὸ γέν­νη­σα ἐ­γώ, μὴ μὲ ρω­τᾶ­τε πῶς. Ξέ­ρω ὅ­τι εἶ­ναι βι­ο­λο­γι­κὰ ἀ­δύ­να­το, καὶ ὄ­χι μό­νο γιὰ ἕ­ναν ἀλ­λὰ γιὰ δύ­ο δι­α­κρι­τοὺς λό­γους. Τί τὰ θέ­λε­τε ὅ­μως, οἱ λό­γοι δὲν βο­η­θοῦν ἀ­πέ­ναν­τι στὰ δε­δο­μέ­να, καὶ τὸ ζῶ­ο τὸ γέν­νη­σα μιὰ μέ­ρα ποὺ κά­νω ὅ,τι συ­νή­θως, δη­λα­δὴ τοῦ κε­φα­λιοῦ μου, χω­ρὶς νὰ μὲ νοιά­ζουν οἱ συ­νέ­πει­ες. Ἁ­πλὰ τὴν συγ­κε­κρι­μέ­νη μέ­ρα, καὶ ἀ­κρι­βέ­στε­ρα, γιὰ πολ­λὲς μέ­ρες στὴ σει­ρά, ἔ­κα­να πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ ὅ,τι συ­νή­θως τοῦ κε­φα­λιοῦ μου. Θὰ μπο­ροῦ­σα νὰ πῶ, πα­ρα­δό­θη­κα ἀ­μα­χη­τὶ σὲ μιὰ δύ­να­μη ἀ­πο­πλά­νη­σης τό­σο ἀ­κα­τα­μά­χη­τη (ἔ­τσι φαι­νό­ταν του­λά­χι­στον στὸ χρο­νι­κὸ ἐ­κεῖ­νο δι­ά­στη­μα κα­τὰ τὸ ὁ­ποῖ­ο ἑ­νέ­δι­δα, καὶ μά­λι­στα κα­τὰ συρ­ρο­ή, στὶς ὀ­ρέ­ξεις της), ποὺ μὲ ἄ­φη­σε γκα­στρω­μέ­νο καὶ μὲ πο­νο­κέ­φα­λο καὶ μὲ ἕ­να ἄλ­λο συ­ναί­σθη­μα, γιὰ τὸ ὁ­ποῖ­ο δὲν ἔ­χω κα­τα­φέ­ρει νὰ βρῶ ὄ­νο­μα. Οὔ­τε γιὰ τὸ ζῶ­ο μου κα­τά­φε­ρα νὰ βρῶ. Καὶ ἔ­τσι, τὸ ὄ­νο­μά το

Τρία ποιήματα, Ποιείν

Image
  Ποίηση. Περιοδικό Ποιείν. Αυγή Ο βαρύς τραυματισμός της νύχτας την αυγή. Ριγεί το δέντρο με τις πράσινες φτερούγες του βουτηγμένες στο αίμα της κοιλιάς της. Εξαγνίζεται το άνθος. Λεπταίνει η όσφρηση, οξύνεται της ακοής η λάμα. Νικηφόρα προελαύνουν τα περιγράμματα των ανθών και των αυτοκινήτων στο έδαφος της όρασης.   Ετοιμάζομαι να απευθυνθώ (ποιος νοιάζεται μια τέτοια ώρα πού;) απ’ τα μαλλιά κρατώντας την ευτυχή μου εγρήγορση. Οξύθυμος ακόμα και αψύς με την αιμοσφαιρίνη μου σε μέθη οξυγόνου:   Αποϊδιωτικοποιήστε τα όνειρα. Συνδέστε τις γραμμές. Κοινωνικοποιήστε την ποίηση. Τα άλλα έπονται. **** Το φιλί Ένα σκοινί τεντωμένο· από δω τραβά η μεγαλοπρέπεια από κει η φθαρτότητα και πάνω του οι δυο με ίλιγγο ύψους με βεβαιότητα υπνοβάτη διασχίζουν την απόσταση.   Ένα σκοινί που όλο και λεπταίνει πρώτα το ένα πέλμα δε χωρά πάνω του μετά το άλλο, και αιωρούνται σα δορυφόροι στην έκπληκτη νύχτα των άστρων   και λεπταίνει ακόμα το σκοινί, γίνεται ένα νήμα υγρό γίνεται ρωγμή στα χείλη που ανοί

ΑΩ, Fractal

Image
  Διήγημα. Περιοδικό  Fractal . ΑΩ   - Μίλησε τώρα, είναι η ώρα.  - Πού βρισκόμαστε; Διακρίνω μόνο κλαδιά και άστρα.  - Στην εξοχή. Οι τοίχοι δεν μας προστατεύουν πια.  - Δεν άντεχε άλλο το σπίτι.  - Ο λύκος ήταν μέσα. Βγήκαμε, το θυμάσαι; Περπατήσαμε στα τυφλά. Τώρα ανάψαμε εδώ μια φωτιά. Ακούμε τα κούτσουρα. Ακούμε το ρυάκι. Κάνει κρύο εδώ. Κοιτάμε τις φλόγες. Μίλησε.  - Μα τι έχω να πω; - Πες την παλιά ιστορία. Πρώτη μέρα, ένατη ιστορία.  - Η κυρία της Γασκώνης…  - Ναι, πες τη.  - Επισκεπτόμενη τον ιερό τάφο του Κυρίου, μετά την κατάκτηση των Ιερών Τόπων, και καθ’ οδόν προς την επιστροφή της, επέρασε από την νήσον Κύπρο, επί της βασιλείας του Γκι του Λουζινιανού, εγκατεστηθέντος εις την νήσον υπό του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ως πρώτου μονάρχη της νήσου. Μα επειδή εκεί ο βασιλεύς ήτο αδύναμος στη βούληση και δεν βασίλευε η τάξις, ατιμάσθηκε με τρόπον αδιευκρίνιστον από στοιχεία κακοποιά. Παρ’ όλα αυτά, η κυρία της Γασκώνης, κι ενώ εγνώριζε την αδυναμία του ανδρός, τον επεσκέφθη. Κι

Το δώρο, Φρέαρ

Image
  Διήγημα. Περιοδικό   Φρέαρ. Το κουτί, τυλιγμένο με γυαλιστερό χρυσό χαρτί, ήταν θεόρατο. Το έσκισε άτσαλα, με ανυπομονησία. Ήταν το σετ που ήθελε. Ειδικά φέτος, το ήξερε, δεν θα του χαλούσαν χατίρι. Μέσα, τοποθετημένα με τάξη σε εγκοπές στο πλαστικό, τα ανθρωπάκια (εννιά, τρεις κύριοι, τρεις κυρίες και τρία παιδιά), τα αυτοκίνητα (τέσσερα Ι.Χ, ένα πυροσβεστικό, ένα αστυνομικό), τα καταστήματα, τα φανάρια των διασταυρώσεων. Και οι μικρές γιορτινές γιρλάντες και τα έλατα, χιονισμένα με άσπρο σπρέι.  Τα τοποθέτησε προσεκτικά στο πάτωμα, σε μια διάταξη που τον ικανοποιούσε. Δυο σειρές καταστημάτων, η μια απέναντι από την άλλη, χωρισμένες από το δρόμο, όπου έβαλε τα αυτοκίνητα και τα οχήματα και τα φανάρια. Σε ίσες αποστάσεις το ένα από το άλλο τα δέντρα, μερικά στολισμένα με γιρλάντες. Και στις δυο πλευρές του δρόμου, τα ανθρωπάκια, αριστερά ένας μπαμπάς μια μαμά και δυο παιδιά, δεξιά άλλο ένα ζευγάρι με ένα παιδί, πιο πίσω απ’ την ίδια πλευρά του δρόμου ένα ζευγάρι άκληρο, χωρίς παιδάκι

Τρία ποιήματα, Μονόκλ

Image
Ποίηση. Περιοδικό Μονόκλ . Βιογραφικό  Είμαι αυτός που του δείχνουν το δάσος  και κοιτάει το δάχτυλο  και βλέπει το δάσος.  Πλατεία Δεξαμενής, 1906    Παρέα του οι σκιές, απ’ όπου τον τράβηξε  μια μέρα ο Νιρβάνας, να τον συλλάβει,  στο φως, που όλο και λιγόστευε. Πίσω του  το κεφάλι του δεν ξέρεις πώς κοιτάζει,  μόνο πως πλάτυνε η πλάτη του βουνό.  Στα δεξιά, η ξύλινη καρέκλα με την ψάθα,  που ένα παραθύρι φτιάχνει δίπλα του κυρτό  για να ρεμβάζει ο άλλος του εαυτός.  Αυτός ο ίδιος έχει βλέφαρα κλειστά,  βλέμμα χαμηλωμένο. Έγινε δυο χέρια, τα δάχτυλα όλα  σταυρωμένα, άγγελοι, δαίμονες, ποιος να το ξέρει,  σε μάχη πάντως κονταροχτυπημένοι, διαξιφισμέν’ αντίθετα,  κι αυτός σκυμμένος κάτω από μια σκιά  κομμένη με ψαλίδι.  Τι είναι ο συγγραφέας  σα δε γράφει; Αυτή η σκιά, που πιάνει  να βλαστήσει σε σκιές, γκρίζος ολόκληρος  κι αυτός, στο χρώμα των πραγμάτων,  εξόν τα χέρια και το μέτωπο, που τα φιλάει  το φέγγος, να υπομένει άσκηση με πανωφόρι  σέπια, και στο λαιμό κουμπί ιερατικό, λιγότε

Απ' το σάρωθρο του ύπνου, Ασσόδυο

Image
  Ποίηση. Περιοδικό Ασσόδυο . Μ’ έλεγαν Αρτώ Τώρα ποιος ξέρει πώς με λένε. *** Πώς διαλέγεις, φύση μέτωπα να σκάψεις; *** Το ακοίμητο δάσος κάτω απ’ τα βλέφαρα πλέκει τη νύχτα. *** Είδα το όνομά του στο χαρτί. Αυτόν όχι. *** Είχα μια πόλη ταραχών μες στα χέρια μου. *** Κοιμούνται φύκια ξυπνάνε πεύκα. Δεν σχηματίζεται ερώτηση. *** Μικρά, για να ξεφεύγουν απ’ τη σχισμή των χειλιών. *** Είχε πέσει για ύπνο βαστώντας αγκαλιά τη μεγάλη πέτρα της ερώτησης. *** Το είδα, το ανάποδο χελιδόνι. Είχε ουρά ένα Χ για ράμφος. *** «Γνωρίζεις τον άνδρα;» Με ρώτησαν. «Εγώ είμαι», είπα. Έλεγα ψέματα. *** Πόσο αλάτι αυτή η θάλασσα του ονείρου! *** Αχανή, όλα τα σπίτια που ενοίκησα κάτω απ’ το χνουδωτό κύμα της κουβέρτας. *** Όλες οι πολιτείες που επισκέφθηκα την τρίτη μέρα με αρνήθηκαν. *** Θυμάσαι εκείνο το παιδί που θρυμματίστηκε με πρόσωπο στην άμμο; *** Έκλεβαν τ’ αποτύπωμα του δείκτη κύλινδροι περιστροφικοί και τα τηλέφωνα νεκρά. *** Πόσες φορές υπνοβάτησα σε λεωφορείο; Μύες και οστά με παντιέρες αυτ

Για το 2021, Χαραυγή

Image
Το 2021 να θυμάμαι να μην ξεχνώ να… Τίποτα . Τελεία. Το 2020, το έτος με τα δύο μηδενικά, η γη, σμικρυμένη όσο ποτέ από τη συρρίκνωση των αποστάσεων, εξερράγη άηχα, χωρίς θόρυβο, σα μια τελεία που διαστάλθηκε σε μηδέν: το μηδέν του συρρικνωμένου μέλλοντος—ο χρόνος πια βιωμένος με όρους επιβίωσης για σήμερα και μόνο—το μηδέν όπου ρουφήχτηκαν σχέδια, ταξίδια, συνήθειες μιας ζωής. Να θυμάμαι να μην ξεχνώ, γιατί με το μέλλον να συρρικνώνεται σε κεφάλι καρφίτσας, το παρελθόν εκτάθηκε σε νέες πτέρυγες. Σκάβουμε κάτω από πατώματα εκεί, αναζητώντας το λάθος. Και την έξοδο. Για το ένα, απ’ την αρχή. Χαραυγή